Η επιτυχία επί της κορυφαίας ευρωπαϊκής ομάδας Μπάσκετ, της «ΤΣΣΚΑ» φέρνει επί τάπητος και ένα θέμα που αφορά το ποιος έχει τα περισσότερα εισιτήρια. Ποια ομάδα δηλαδή κόβει ποιο πολλά στην έδρα της και ποια συγκεντρώνει «εκτός» μεγαλύτερο ενδιαφέρον των τρίτων φιλάθλων.
Δεν έχω στα χέρια μου στατιστικά στοιχεία σε συνολικά νούμερα, όλα όμως δείχνουν πως εάν ο Παναθηναϊκός και οι οπαδοί του δεν είναι στην πρώτη θέση, οπωσδήποτε διεκδικούν μια κυρίαρχη. Πάντως πάνω σ’ αυτό, μπορούν να βοηθήσουν περισσότερο ο υιός Συρίγος, ο Βαλαβάνης, ο Λαμπίρης και οι άλλοι συντάκτες της κάστας.
Η νίκη επί της «ΤΣΣΚΑ» ήταν αποτέλεσμα της απόφασης παικτών και οπαδών στον καμβά: «αυτό το παιχνίδι, πρέπει να το πάρουμε».
Γιατί δεν μπορείς να ζητάς τη «βοήθεια» με νίκη από τη Ρεάλ επί της Φενέρ, όταν εσύ – έστω και εάν έχεις απείρως ισχυρότερο αντίπαλο δεν μπόρεσες να κερδίσεις.
Αυτή η αποφασιστικότητα έκανε το γήπεδο να ασφυκτιά καθώς ήταν ο ένας πάνω στον άλλο. Το παιχνίδι με τους «ρώσους» (πόσο ρώσοι είναι, αποτελεί μια άλλη ιστορία) θα μπορούσε να σπάσει από πλευράς εισιτηρίων και το ρεκόρ με τα 70.000 από το 1968 στον τελικό του ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, όπου η ΑΕΚ με προπονητή τον Νίκο Μήλα (καλά να είναι ο άνθρωπος) πήρε τον τίτλο.
Βεβαίως δεν ήταν στο Καλλιμάρμαρο 70.000 αεκτζίδες, αλλά 70.000 γνώστες του Μπάσκετ.
Φυσικά δεν πήγαν αν δουν τους άγνωστους Τσέχους, αλλά να νοιώσουν τη χαρά της ελληνικής επιτυχίας. Είναι δε γνωστό, ποιοι τότε και τώρα, γνωρίζουν από Μπάσκετ. Όμως εδώ προκύπτει και ένα άλλο θέμα, πέρα από τις φανταστικές «μονόχειρες» ασίστς του Καλάθη, τις θεωρίες του Τσάβι και κατά πόσο συνεισφέρει ο Μπουρούσης.
Έχει δίκιο ή δεν έχει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος που στη σκέψη του κυριαρχεί η πρωτοκαθεδρία του Μπάσκετ έναντι του Ποδοσφαίρου;
Ο προβληματισμός δεν είναι φιλοσοφικός, ούτε ακαδημαϊκός. Οι μελλοντικές ενέργειες και κινήσεις του Παναθηναϊκού βασικά θα στηριχθούν στην απάντηση που θα έχει ισχύ προγραμματισμού.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος που μπορεί ο δύσκολος χαρακτήρας του να ενοχλεί τους αντιπάλους, αλλά αυτοί ενοχλούντο ακόμη και από τον ευγενέστατο και αριστοκράτη Μαντζαβελάκη, τον Δημήτρη θα αντέξουν.
Όμως ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανοίγει έναν άλλο δρόμο και ακολουθεί την αρχή της συνέχειας που δεν την έχουμε ξαναδεί σε Κόκκαλη, Γουλανδρή και λοιπούς, καθώς αποτελεί τη β’ γενιά υποστηρικτών.
Είναι η πρώτη φορά που συνεχίζεται με την ίδια θέρμη η οικογενειακή παράδοση σε πιστοποίηση της αγάπης – με μεγάλη υλική προσφορά – προς τον Παναθηναϊκό.
Στα πλαίσια αυτά πρέπει να ενταχθεί και το έντονο σημερινό ενδιαφέρον για τον Ερασιτέχνη, που με το νέο γήπεδο (οψέποτε η Πολιτεία είναι αληθινή) μαζί με τη Λεωφόρο αποτελούν μια συμπαγή έννοια.
Το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού δεν μπορεί παρά να έχει στα «σπλάχνα» και χώρους Μπάσκετ. Εδώ και 60 χρόνια ο Απόστολος Νικολαϊδης έφτιαξε τον «Τάφο του Ινδού» (πρώτο κλειστό στην Ελλάδα), σήμερα πως θα το αγνοήσουμε.
Αυτό, ανεξάρτητα από το κεντρικό γήπεδο, που πρέπει να υπάρχει, είναι αναγκαίο ως στοιχείο υποδομής. Σωστά λοιπόν ο Δημήτρης βλέποντας το αύριο, θέλοντας να εφησυχάζει τους σούπερ – παλαιμάχους Παύλο και Θανάση, αποφάσισε να αναπτυχθεί πέρα από τα στενά καθήκοντα και τις ευθύνες αποκλειστικά του Μπάσκετ.
Αλλά και διαφορετικά η διοίκηση των οπαδών που προσπάθησε να ανανεωθεί με τον υιό Μπαλτάκο δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει ούτε τους ίδιους, γιατί έδειξε ότι δεν μπορούσε να προσφέρει ούτε καν σε ιδέες.
Λοιπόν εδώ είμαστε και προχωράμε. Βέβαια δεν τελειώσαμε ούτε με τον Ομπράντοβιτς, ούτε με τον Ιτούδη, θα τους ξαναβρούμε μπροστά μας. Εμείς τους αγαπάμε, αλλά αυτοί κάνουν τη δουλειά τους και εμείς τη δική μας.